Ο ΙΔΡΥΤΗΣ ΤΟΥ ΚΡΑΒ ΜΑΓΚΑ
Ο Ίμριχ (Ίμι) Σντε-Ορ, ο ιδρυτής του Κραβ Μαγκά, γεννήθηκε στις 26 Μαΐου του 1910 στην Βουδαπέστη, η οποία εκείνη την εποχή ήταν το κέντρο της Αυστρο-Ουγγρικής Αυτοκρατορίας. Μεγάλωσε στην Μπρατισλάβα, την πρωτεύουσα της Σλοβακίας, κοντά σε έναν πατέρα που του παρέσχε μία πολύ ασυνήθιστη παιδική ηλικία. Ο Σαμουήλ Λίχτενφελντ, ο πατέρας του Ίμι, ήταν επικεφαλής επιθεωρητής της αστυνομίας της Μπρατισλάβα και πρώην ακροβάτης του τσίρκου.
Κάτω από την ενθάρρυνση του πατέρα του, ο Ίμι ασχολήθηκε με μία μεγάλη ποικιλία αθλημάτων, όπως η κολύμβηση, η γυμναστική, η πάλη και η πυγΙΔΡμαχία. Εκπαιδεύτηκε σε μία σχολή ιδιοκτησίας του πατέρα του, ο οποίος δίδασκε αυτοάμυνα. Ο Ίμι αρίστευσε στην πάλη, τόσο ως αθλητής όσο και ως εκπαιδευτής, ενώ κατέκτησε πολλές διακρίσεις.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, οι συνθήκες άρχισαν να αλλάζουν στην Μπρατισλάβα. Εμφανίστηκαν φασιστικές και αντι-Σημιτικές ομάδες, αποφασισμένες να βλάψουν την κοινότητα των Εβραίων. Ο Ίμι ηγήθηκε τότε μιας ομάδας Εβραίων, οι περισσότεροι εκ των οποίων είχαν υπόβαθρο στην πυγμαχία και την πάλη, η οποία επιχείρησε να σταματήσει τις Αντισημιτικές συμμορίες από το να εισχωρήσουν στην Εβραϊκή συνοικία. Έτσι, ανάμεσα στο 1936 και το 1940, ο Ίμι έλαβε μέρος σε αναρίθμητες συμπλοκές στον «δρόμο», οι οποίες τον οδήγησαν να κατανοήσει ότι τα μαχητικά αθλήματα ελάχιστη σχέση έχουν με την αληθινή συμπλοκή σώμα με σώμα. Τότε ήταν που ξεκίνησε να αναπτύσσει ένα σύστημα το οποίο θα ήταν πρακτικό και αποτελεσματικό σε συνθήκες αληθινής αυτοάμυνας, όταν κινδυνεύει η ζωή ενός ατόμου.
Το 1940, ο Ίμι απέδρασε από την υπό ναζιστική κατοχή χώρα του και μπάρκαρε με το τελευταίο καράβι μεταναστών που κατάφερε να ξεφύγει από τις δαγκάνες των Ναζί. Το όχημα ήταν ένα παλιό ποταμόπλοιο που ονομαζόταν Πέντσο και μέσω των ελληνικών Δωδεκανήσων έφτασε στην τότε Παλαιστίνη, το 1942.
Με την άφιξή του, οι πρώτοι ηγέτες του Ισραήλ ανεγνώρισαν τις μαχητικές ικανότητας του Ίμι και το 1944 άρχισε να εκπαιδεύει μαχητές στον χώρο της προσωπικής του εξειδίκευσης: φυσική κατάσταση, κολύμβηση, πάλη, χρήση του μαχαιριού και άμυνες ενάντια σε επιθέσεις με μαχαίρι. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, ο Ίμι εκπαίδευσε αρκετές επίλεκτες μονάδες της Χαγκάνα και την Παλμάκ (είναι η δύναμη κρούσης της Χαγκάνα και ο προπομπός των ειδικών μονάδων της IDF -Israeli Defense Force), συμπεριλαμβανομένης και της Παλ – Γιαμ, καθώς ομάδες αξιωματικών της αστυνομίας.
Το 1948, όταν ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ και σχηματίστηκε η IDF, ο Ίμι έγινε Διευθύνων Εκπαιδευτής για τη φυσική κατάσταση και το Κραβ Μαγκά στη σχολή της IDF. Υπηρέτησε στην IDF για περίπου 20 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ανέπτυξε και τελειοποίησε τη μοναδική του μέθοδο για αυτοάμυνα και συμπλοκή σώμα με σώμα.
Το 1964, αφού αποσύρθηκε από τα στρατιωτικά του καθήκοντα, ο Ίμι άρχισε να υιοθετεί και να προσαρμόζει το Κραβ Μαγκά στις ανάγκες των πολιτών. Η μέθοδος τροποποιήθηκε έτσι ώστε να βολεύει τους πάντες, άντρες, γυναίκες και παιδιά, που θα βρίσκονταν στην ανάγκη να σώσουν τη ζωή τους ή να επιβιώσουν από μία επίθεση με τις ελάχιστες δυνατές βλάβες, όποιο κι αν ήταν το αίτιο της επίθεσης –εγκληματικό, φυλετικό ή άλλο. Προκειμένου να εξαπλώσει τη μέθοδό του, ο Ίμι ίδρυσε δύο κέντρα εκπαίδευσης, το ένα στο Τελ Αβίβ και το άλλο στη Νετάνια. Εκεί δίδασκε σε ομάδες εκπαιδευτών του Κραβ Μαγκά, οι οποίοι ήταν πιστοποιημένοι από αυτόν αλλά και από το Υπουργείο Παιδείας του Ισραήλ. Επίσης, το 1978 ίδρυσε την Ισραηλινή Ένωση του Κραβ Μαγκά.
Ακόμη και στη δύση της ζωής του, ο Ίμι συνέχισε να επιβλέπει την εκπαίδευση των υψηλόβαθμων στελεχών του Κραβ Μαγκά και να περνάει ώρες με τους εκπαιδευτές στο Ισραήλ και το εξωτερικό. Καθοδηγούσε την εξελικτική πορεία και τις κατακτήσεις των εκπαιδευομένων, μαγεύοντάς τους με τη μοναδική προσωπικότητα και τις γνώσεις του.
Ο Ίμι, ένας πολύτιμος δάσκαλος και μαχητής, έφυγε από τη ζωή στις 9 Ιανουαρίου του 1998, σε ηλικία 88 ετών.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΒ ΜΑΓΚΑ
Το Κραβ Μαγκά αναπτύχθηκε από τον γεννημένο στην Μπρατισλάβα, Ίμι Λίχτενφελντ, γιο ενός περίφημου αξιωματικού της αστυνομίας αλλά και ακροβάτη του τσίρκου. Ως παιδί, ο Ίμι διέπρεψε σε πολλά αθλήματα, μεταξύ των οποίων η πυγμαχία και η πάλη, ενώ εξασκήθηκε και σε πολλές πολεμικές τέχνες. Όταν οι αντισημιτικές ομάδες άρχισαν να απλώνονται στη γενέτειρά του, ο Ίμι και η οικογένειά του αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν για την τότε Παλαιστίνη, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το κράτος του Ισραήλ.
Σύντομα, μετά την ίδρυση του Ισραηλινού κράτους, το 1948, η IDF (Israeli Defense Force – Ισραηλινή Δύναμη Άμυνας) ζήτησε από τον Ίμι να δημιουργήσει ένα σύστημα μάχης και αυτοάμυνας, βασισμένο στην εμπειρία του από τη διδασκαλία σε ομάδες όπως οι Χαγκανά, Παλμάκ και Παλγιάμ
Ο Ίμι, κατά τη διάρκεια της 20ετούς καριέρας του ως επικεφαλής εκπαιδευτής της ΙDF στη μάχη σώμα με σώμα, ανέπτυξε σταδιακά και προσεκτικά το Κραβ Μαγκά, καθιστώντας το τελικά το επίσημο μαχητικό εκπαιδευτικό σύστημα για όλο το στρατιωτικό προσωπικό, την αστυνομία και τις δυνάμεις ασφαλείας του Ισραήλ.
Αντιμέτωπος με το καθήκον να προετοιμάζει εξίσου τους γυμνασμένους αλλά και τους χωρίς καλή φυσική κατάσταση στρατιώτες, ο Ίμι ανέπτυξε ένα κατανοητό σύστημα, το οποίο βασίζεται σε απλές, ενστικτώδεις κινήσεις εύκολα εφαρμόσιμες από όλους και όχι σε άκαμπτες κινήσεις και τεχνικές που απαιτούν χρόνια εκπαίδευσης.
Το 1964, ο Ίμι αποσύρθηκε από την IDF και άρχισε να διδάσκει το Κραβ Μαγκά σε πολίτες, όπως επίσης και σε ειδικές μονάδες της αστυνομίας και του στρατού
Από τότε μέχρι σήμερα, το Κραβ Μαγκά βελτιώνεται και εξελίσσεται συνεχώς, ανταποκρινόμενο στις όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις των καιρών.